Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2009

ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ

Το πανηγύρι του Σωτήρος στη Σπιάτζα γινόταν προτού χτιστεί η εκκλησία. Η απόφαση για την καθιέρωση του πανηγυριού πάρθηκε στο νταραβέρι το 1950 περίπου. Μια μεγάλη συντροφιά που ήταν εκεί με το Χρήστο το Μπεβούδα αποφάσισε να γιορτάζεται η ΑΓΙΑ ΣΩΤΗΡΑ, όπως ονόμαζαν με το δικό τους λαϊκό τρόπο τη μεγάλη δεσποτική γιορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Τον ίδιο χρόνο, στις 6 Αυγούστου, χωρίσανε ένα τμήμα του νταραβεριού με σταφιδόπανα, στήσανε την εικόνα της Μεταμορφώσεως , ανάψανε κεριά σε ταψιά με άμμο και έγινε θεία λειτουργία από παραθερίζοντα ιερέα. Αυτή ήταν η αρχή της καθιέρωσης του πανηγυριού στη Σπιάτζα.

Βέβαια πριν αρχίσει να γίνεται το πανηγύρι στη Σπιάτζα, στις 6 Αυγούστου γιόρταζε η ιστορική εκκλησούλα της Αγίας Σωτήρας που βρισκόταν στις όχθες του Αλφειού. Εκεί πήγαιναν να προσκυνήσουν και να γλεντήσουν οι κάτοικοι της περιοχής Σπιάτζας....

Στο πανηγύρι της Σπιάτζας η μοσχοβολιά της σουβλισμένης γουρνοπούλας περνούσε απ'όλες τις καλύβες και σκανδάλιζε, καταμεσής της δεκαπενταυγουστιάτικης νηστείας. Κυκλοφορούσαν διπλωμένες σε λαδόκολλες πολλές καλοψημένες γουρνοπούλες με μπόλικο αλάτι και πιπέρι.

Μεγάλη βαβούρα γινόταν στο πανηγύρι. Πολλοί πήγαιναν με θρησκευτική κατάνυξη να προσκυνήσουν, άλλοι πήγαιναν να πουλήσουν ή να αγοράσουν, ενώ άλλοι για να διασκεδάσουν.

Οι νοικοκυραίοι από μέρες λογάριαζαν πόσους φιλοξενούμενους θα είχαν στο μεσημεριάτικο τραπέζι για να κάνουν τις σχετικές προμήθειες και το σπουδαιότερο ν΄αγοράσουν γρήγορα το βακαλάο. Οι γυναίκες φρόντιζαν να κόψουν το βακαλάο και να τον βάλουν εγκαίρως στο νερό για να ξαρμυρίσει. Ακόμα αν δεν είχαν δικό τους γουδί, κανόνιζαν από ποια γυναίκα και ποια ώρα θα έπαιρναν το γουδί για να φτιάξουν σκορδαλιά. Τα γουδόχερα έπαιρναν φωτιά μέχρι να << κορδίσει >> η πατάτα και να γίνει τέλεια η καυτερή σκορδαλιά. Απαραίτητο συμπλήρωμα στο πανηγυρικό τραπέζι ήταν ο τηγανητός βακαλάος, γιατί έτσι ήθελε το έθιμο.

Ο εσπερινός της γιορτής γινόταν πανηγυρικός, με αρτοκλασία. Συνήθως τον λάμπρυνε με την παρουσία του ο Μητροπολίτης. Χιλιάδες οι ευλαβείς προσκυνητές και επισκέπτες από τον Πύργο και την γύρω περιοχή. Μετά τον εσπερινό στην εκκλησιά, τα παιδιά έτρεχαν, έψαχναν, χωνόντουσαν ανάμεσα στους πανηγυριστές, για να βρουν το πιο τέλειο γλειφιτζούρι, το πιο φανταχτερό μαλλί της γριάς. Αναζητούσαν στο πανηγύρι το παιχνίδι που ονειρεύονταν όλο το καλοκαίρι, την πιο θορυβώδη καραμούζα.

Μέσα στο μαγευτικό δάσος ήταν η εξέδρα με το μουσικό συγκρότημα του Νίκου Μπρη που δημιουργούσε ανεπανάληπτο κέφι. Μια πίστα γεμάτη παρέες που χόρευαν σε ξέφρενο ρυθμό. Όλοι τραγουδούσαν, χόρευαν, ξεφάντωναν και χειροκροτούσαν με την καρδιά τους. Ήταν ένα θαυμάσιο Θέαμα, ένα μεγάλο νταβαντούρι, που είχε στο πόδι όλη τη νύχτα τη Σπιάτζα. Το πανηγύρι ήταν ένα σπουδαίο γεγονός για τους οικιστές, ένα γενικό και όμορφο ξεφάντωμα.....

Το 1979 ο τότε σύλλογος μετέτρεψε την απλή διαδικασία της πανήγυρης σε ένα εκπολιτιστικό γεγονός   με αθλητικές, πολιτιστικές, θεατρικές εκδηλώσεις, διάφορα χορευτικά συγκροτήματα, κτίσματα στην άμμο, ποδηλατικούς αγώνες και άλλα. Όλα αυτά πραγματοποιούνταν νωρίς το απόγευμα, ενώ το βράδυ στο δάσος της Σπιάτζας γινόταν παραδοσιακό γλέντι.

Μετά την πανηγυρική θεία λειτουργία της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος γινόταν στο χώρο της εκκλησίας η κλήρωση ενός χοιρινού. Τα χρήματα που μάζευαν τα έδιναν στον τότε δήμο Λετρίνων για την βενζίνη του αυτοκινήτου που μάζευε τα σκουπίδια με μεγάλη επιμέλεια και πολλή φροντίδα όλο το καλοκαίρι.

Οι ξιφαροκαλύβες παλαιότερα και τα σπίτια σήμερα είναι γεμάτα από επισκέπτες για να γιορτάσουν την ημέρα του πανηγυριού. Συνεχίζεται λοιπόν μέχρι σήμερα το μεγάλο γιορτάσι, ζωντανή μαρτυρία μιας μακράς παράδοσης. Όλοι φιλοξενούν, έχουν ξένους. Το μεσημέρι παντού στρώνεται πλούσιο το τραπέζι της αγάπης και του πανηγυριού με καυτερή σκορδαλιά, τηγανητό βακαλάο και κάθε λογής ψαρικό. Παντού φαγοπότι, χαιρετούρες και χρόνια πολλά. Όλα γίνονται με καλοσύνη και πολύ κέφι. Παντού χαρές, ανεπανάληπτο γλέντι και τραγούδια. Χαρά Θεού, γιορτάζει όλη η Σπιάτζα.

Το απογευματάκι γίνεται η περιφορά της εικόνας της
Μεταμορφώσεως στους δρόμους του οικισμού με ιδιαίτερη κατάνυξη και με τη συνοδεία της Φιλαρμονικής Πύργου. Εκατοντάδες πιστών ακολουθούν με ευλάβεια την περιφορά. Όλοι θεωρούν καθήκον και ευλογία να ασπαστούν την εικόνα και να ανάψουν ένα κεράκι. Στο τέλος της περιφοράς φεύγουν οι ξένοι με την ψυχή γεμάτη Θεό και πολύ ευχαριστημένοι από τη φιλοξενία. Στα χείλη τους ψιθυρίζουν την ευχή:<< Χριστέ μου βοήθα μας να ξαναρθούμε πάλι του χρόνου, να προσκυνήσουμε τη χάρη Σου>>.



    (Απο το βιβλίο << ΣΠΙΑΤΖΑ Ταξίδι αναμνήσεων του Δασκάλου Γιάννη Κλουκίνα)